Κωνσταντίνος Λαζαράκης (Master of Wine)

Ο Βασίλης Παναγιώτου είναι ένας παραγωγός από το Μαρκόπουλο με εξαιρετικά χαμηλό προφίλ – μάλλον περιμένει να τον ανακαλύψει κανένας οινοδημοσιογράφος από την Αμερική, να τον αναδείξει σε σούπερ σταρ και να κάνει εμάς τους ημεδαπούς robus ksekubotus.

Περιοδικό «Status»,
Δεκέμβριος 2011

Κωνσταντίνος Λαζαράκης

Κωνσταντίνος Τσοπάνης

[…] Βασική προϋπόθεση όμως της επιτυχίας είναι το μεράκι και η κοπιώδης εργασία, χαρακτηριστικά που δεν λείπουν από τον συμπατριώτη μας Βασίλη Παναγιώτου, στο Μαρκόπουλο. Άνθρωπος μορφωμένος, καλλιεργημένος και συνάμα «ψαγμένος», […] εγκατέλειψε κάποια στιγμή σπουδές, πτυχία και καριέρα κι αφοσιώθηκε στην πανάρχαια και πατρογονική τέχνη της αμπελουργίας και της οινοποιίας.

Ευπροσήγορος και συνάμα σεμνός ο ίδιος, αποφεύγει τη κάμερα και τα φώτα, δεν θέλει να μιλήσει τόσο για τον εαυτό του, όσο για τους πριν από αυτόν, για τις γενιές των γονιών και των προγόνων του, που του κληροδότησαν την αγάπη για το αμπέλι. […]

Κατεβαίνοντας στις δαιδαλώδεις υπόγειες κάβες του, σχεδόν χανόμαστε. Το οινοποιείο, το σπίτι και η αυλή ενώνονται με ένα τεράστιο υπόγειο σύστημα διαδρόμων και στοών, το «πουρλάκι», όπως το αποκαλεί ο Βασίλης, χωρισμένο σε πάμπολλους διαδρόμους και γαλαρίες, κτισμένες θολωτά εσωτερικά με τούβλο μπατικό, στους τοίχους των οποίων βρίσκονται αποθηκευμένα μπουκάλια με εμφιαλωμένο κρασί, με ετικέτες που δηλώνουν χρονιές και ποικιλίες. Σε κάθε γαλαρία υπάρχει κι ένα μικρό μουσείο: τραπεζαρίες και ντουλάπες σκαλιστές, σούστες του λαδιού φτιαγμένες στο εργαστήριο του Λαδά, τακίμια από χάμουρα, τραβηχτά με τις αλυσίδες τους, μυλόπετρες, κουτσούρες, παραμέντες, σταβάρια, ντουγένια, μουτάφια, στροβιλιές σιδερένιες και ξύλινες ακόμα, χάρπες, φουρνόξυλα, ανέμες, μπαλάντζες και πλάστιγγες που ζυγίζουν με βαρίδια που μετράνε οκάδες και δράμια, κάδοι για κατασκευή βουτύρου, αργαλειοί, αδράχτια, πινακωτές, ψυγεία του πάγου και ρόκες με σφοντύλια κι αδράχτια, χαλκώματα αμέτρητα. […]

Στέκουμε άφωνοι μπροστά σε αυτό το εξαιρετικό κι ίσως μοναδικό μουσείο που δημιούργησε η αγάπη και το μεράκι ενός μόνον ανθρώπου, ο οποίος ιδίοις εξόδοις αποφάσισε να περισώσει και να διασώσει το χτες όλων μας, να στεγάσει μια πολύτιμη κληρονομιά και μνήμες γενεών ολόκληρων. […]

Όλη αυτή η αγιότητα της συλλογικής μας μνήμης, σώζεται ευλαβικά στο ιδιωτικό μουσείο του Βασίλη Παναγιώτου, έναν τόπο που αξίζει να βρεθεί κανείς για να δει και να θαυμάσει.[…]

Περιοδικό «Κεραταία Πόλις»,
Αναδημοσίευση στην ιστοσελίδα marko.gr
στις 9 Ιανουαρίου 2016

Δρ. Δημήτριος Χατζηνικολάου

Μοναδικός συνεχιστής μιας γνωστής οικογενειακής οινικής πορείας, εμφανίζεται στο οινικό στερέωμα της Αττικής, με τον πλέον φροντισμένο και πολλά υποσχόμενο αμπελώνα των Μεσογείων. Αγωνιστής παντός καιρού και υπεράνω πάσης υποψίας, καλλιεργεί υπομονετικά δεκάδες στρέμματα, μέσα στα οποία, εκτός από το κυρίαρχο Σαββατιανό, ευδοκιμούν και άλλες εκλεκτές ποικιλίες, όπως το πορφυρό Merlot, το ατίθασο Ασύρτικο, το αρωματικό Μοσχάτο και ο Κλασικός Ροδίτης.

Δεδομένου ότι σήμερα η καλλιέργεια του αμπελιού, ειδικά σε αυτήν την περιοχή, θεωρείται από πολλούς άθλος και από κάποιους άλλους αληθινή τρέλα, ο Βασίλης δεν επηρεάζεται από τις δελεαστικές σειρήνες της βιομηχανικής εποχής και συνεχίζει επιμένοντας ελλ-οινικά και κυρίως βιολογικά.

«Αλφαβητάρι Ελληνικών Κρασιών»,
Εκδόσεις «Οίνος ο Αγαπητός»,
Ε΄ Έκδοση, 2001

Δημήτριος Χατζηνικολάου

Θάλεια Καρτάλη & Πηνελόπη Κατσαρού

Η επίσκεψη στο Οινοποιείο είναι άλλη μία αποκάλυψη. Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για ένα μικρό λαογραφικό μουσείο με αντικείμενα ιστορικής αξίας, πολλά από τα οποία ανήκαν στην οικογένειά του. Παλιές φωτογραφίες, παλιά εργαλεία, άλμπουμ με ιστορικές ετικέτες, ντοκουμέντα που αποκαλύπτουν άγνωστες πτυχές της ιστορίας της ρετσίνας, ακόµη και η παραδοσιακή σούστα του προπάππου, αποτελούν μερικά απὀ τα εκθέματα τα οποία έχει συλλέξει και συντηρήσει ο ίδιος. Όλη η ιστορία του αττικού αμπελώνα βρίσκεται εδώ…

Η ατμοσφαιρική υπόγεια κάβα φιλοξενεί φιάλες παλαιότερων εσοδειών. Ο χρόνος μας πιέζει, αλλά δεν φεύγουμε προτού δοκιµάσουμε ένα γλυκό κρασί του 1961 από την ποικιλία Κουμαριανό.

Περιοδικό «grape»,
Νο 9, 2018

Κωνσταντίνος Τσαούσης

Μέσα σε όλο αυτό το σκηνικό ο Βασίλης Παναγιώτου – ένας από τους λιγότερο γκλαμουράτους του Αττικού Αμπελώνα- έχει όλα τα προσόντα να γίνει πρωταγωνιστής μιας νέου τύπου τοπικής αλλά και περιφερειακής ανάπτυξης. Ο ίδιος είναι εργάτης της γης του αλλά και δεξιοτέχνης του κρασιού και έχει τη δύναμη να κρατά καλά τον έλεγχο της πολύχρωμα γευστικής οικοτεχνίας του. Η τελευταία παράγει εισόδημα για την οικογένεια και την περιοχή, δίνει δουλειές, συντηρεί δραστηριότητες που αλλιώς θα είχαν βάλει λουκέτο, παρέχει ελπίδα για καλύτερες μέρες.

newmoney.gr
8 Ιουλίου, 2016

Κωνσταντίνος Λαζαράκης (Master of Wine)

Ο Βασίλης Παναγιώτου είναι ένας παραγωγός από το Μαρκόπουλο με εξαιρετικά χαμηλό προφίλ – μάλλον περιμένει να τον ανακαλύψει κανένας οινοδημοσιογράφος από την Αμερική, να τον αναδείξει σε σούπερ σταρ και να κάνει εμάς τους ημεδαπούς robus ksekubotus.

Περιοδικό «Status»,
Δεκέμβριος 2011

Κωνσταντίνος Λαζαράκης

Δρ. Δημήτριος Χατζηνικολάου

Μοναδικός συνεχιστής μιας γνωστής οικογενειακής οινικής πορείας, εμφανίζεται στο οινικό στερέωμα της Αττικής, με τον πλέον φροντισμένο και πολλά υποσχόμενο αμπελώνα των Μεσογείων. Αγωνιστής παντός καιρού και υπεράνω πάσης υποψίας, καλλιεργεί υπομονετικά δεκάδες στρέμματα, μέσα στα οποία, εκτός από το κυρίαρχο Σαββατιανό, ευδοκιμούν και άλλες εκλεκτές ποικιλίες, όπως το πορφυρό Merlot, το ατίθασο Ασύρτικο, το αρωματικό Μοσχάτο και ο Κλασικός Ροδίτης.

Δεδομένου ότι σήμερα η καλλιέργεια του αμπελιού, ειδικά σε αυτήν την περιοχή, θεωρείται από πολλούς άθλος και από κάποιους άλλους αληθινή τρέλα, ο Βασίλης δεν επηρεάζεται από τις δελεαστικές σειρήνες της βιομηχανικής εποχής και συνεχίζει επιμένοντας ελλ-οινικά και κυρίως βιολογικά.

«Αλφαβητάρι Ελληνικών Κρασιών»,
Εκδόσεις «Οίνος ο Αγαπητός»,
Ε΄ Έκδοση, 2001

Δημήτριος Χατζηνικολάου

Κωνσταντίνος Τσοπάνης

[…] Βασική προϋπόθεση όμως της επιτυχίας είναι το μεράκι και η κοπιώδης εργασία, χαρακτηριστικά που δεν λείπουν από τον συμπατριώτη μας Βασίλη Παναγιώτου, στο Μαρκόπουλο. Άνθρωπος μορφωμένος, καλλιεργημένος και συνάμα «ψαγμένος», […] εγκατέλειψε κάποια στιγμή σπουδές, πτυχία και καριέρα κι αφοσιώθηκε στην πανάρχαια και πατρογονική τέχνη της αμπελουργίας και της οινοποιίας.

Ευπροσήγορος και συνάμα σεμνός ο ίδιος, αποφεύγει τη κάμερα και τα φώτα, δεν θέλει να μιλήσει τόσο για τον εαυτό του, όσο για τους πριν από αυτόν, για τις γενιές των γονιών και των προγόνων του, που του κληροδότησαν την αγάπη για το αμπέλι. […]

Κατεβαίνοντας στις δαιδαλώδεις υπόγειες κάβες του, σχεδόν χανόμαστε. Το οινοποιείο, το σπίτι και η αυλή ενώνονται με ένα τεράστιο υπόγειο σύστημα διαδρόμων και στοών, το «πουρλάκι», όπως το αποκαλεί ο Βασίλης, χωρισμένο σε πάμπολλους διαδρόμους και γαλαρίες, κτισμένες θολωτά εσωτερικά με τούβλο μπατικό, στους τοίχους των οποίων βρίσκονται αποθηκευμένα μπουκάλια με εμφιαλωμένο κρασί, με ετικέτες που δηλώνουν χρονιές και ποικιλίες. Σε κάθε γαλαρία υπάρχει κι ένα μικρό μουσείο: τραπεζαρίες και ντουλάπες σκαλιστές, σούστες του λαδιού φτιαγμένες στο εργαστήριο του Λαδά, τακίμια από χάμουρα, τραβηχτά με τις αλυσίδες τους, μυλόπετρες, κουτσούρες, παραμέντες, σταβάρια, ντουγένια, μουτάφια, στροβιλιές σιδερένιες και ξύλινες ακόμα, χάρπες, φουρνόξυλα, ανέμες, μπαλάντζες και πλάστιγγες που ζυγίζουν με βαρίδια που μετράνε οκάδες και δράμια, κάδοι για κατασκευή βουτύρου, αργαλειοί, αδράχτια, πινακωτές, ψυγεία του πάγου και ρόκες με σφοντύλια κι αδράχτια, χαλκώματα αμέτρητα. […]

Στέκουμε άφωνοι μπροστά σε αυτό το εξαιρετικό κι ίσως μοναδικό μουσείο που δημιούργησε η αγάπη και το μεράκι ενός μόνον ανθρώπου, ο οποίος ιδίοις εξόδοις αποφάσισε να περισώσει και να διασώσει το χτες όλων μας, να στεγάσει μια πολύτιμη κληρονομιά και μνήμες γενεών ολόκληρων. […]

Όλη αυτή η αγιότητα της συλλογικής μας μνήμης, σώζεται ευλαβικά στο ιδιωτικό μουσείο του Βασίλη Παναγιώτου, έναν τόπο που αξίζει να βρεθεί κανείς για να δει και να θαυμάσει. […]

Περιοδικό «Κεραταία Πόλις»,
Αναδημοσίευση στην ιστοσελίδα marko.gr
στις 9 Ιανουαρίου 2016

Θάλεια Καρτάλη & Πηνελόπη Κατσαρού

Η επίσκεψη στο Οινοποιείο είναι άλλη μία αποκάλυψη. Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για ένα μικρό λαογραφικό μουσείο με αντικείμενα ιστορικής αξίας, πολλά από τα οποία ανήκαν στην οικογένειά του. Παλιές φωτογραφίες, παλιά εργαλεία, άλμπουμ με ιστορικές ετικέτες, ντοκουμέντα που αποκαλύπτουν άγνωστες πτυχές της ιστορίας της ρετσίνας, ακόµη και η παραδοσιακή σούστα του προπάππου, αποτελούν μερικά απὀ τα εκθέματα τα οποία έχει συλλέξει και συντηρήσει ο ίδιος. Όλη η ιστορία του αττικού αμπελώνα βρίσκεται εδώ…

Η ατμοσφαιρική υπόγεια κάβα φιλοξενεί φιάλες παλαιότερων εσοδειών. Ο χρόνος μας πιέζει, αλλά δεν φεύγουμε προτού δοκιµάσουμε ένα γλυκό κρασί του 1961 από την ποικιλία Κουμαριανό.

Περιοδικό «grape»,
Νο 9, 2018

Κωνσταντίνος Τσαούσης

Μέσα σε όλο αυτό το σκηνικό ο Βασίλης Παναγιώτου – ένας από τους λιγότερο γκλαμουράτους του Αττικού Αμπελώνα- έχει όλα τα προσόντα να γίνει πρωταγωνιστής μιας νέου τύπου τοπικής αλλά και περιφερειακής ανάπτυξης. Ο ίδιος είναι εργάτης της γης του αλλά και δεξιοτέχνης του κρασιού και έχει τη δύναμη να κρατά καλά τον έλεγχο της πολύχρωμα γευστικής οικοτεχνίας του. Η τελευταία παράγει εισόδημα για την οικογένεια και την περιοχή, δίνει δουλειές, συντηρεί δραστηριότητες που αλλιώς θα είχαν βάλει λουκέτο, παρέχει ελπίδα για καλύτερες μέρες.

newmoney.gr
8 Ιουλίου, 2016